Οι δυσκολίες στη διαδικασία παρακράτησης φόρου στο «εισόδημα» που προκύπτει από τις παροχές σε είδος

15 Απριλίου 2015 Κλείσιμο Από Alexandros
H δυσκολία παρακράτησης, ανάγκασε την διοίκηση να αναστείλει την διαδικασία υπολογισμού παρακρατούμενου φόρου για το φορολογικό έτος 2014

Picture 0 for Οι δυσκολίες στη διαδικασία παρακράτησης φόρου στο «εισόδημα» που προκύπτει από τις παροχές σε είδος

Σύμφωνα με το άρθρο 13 του ΚΦΕ «Παροχές σε είδος», οι οποιεσδήποτε παροχές σε είδος που λαμβάνει ένας εργαζόμενος ή συγγενικό πρόσωπο αυτού, συνυπολογίζονται στο φορολογητέο εισόδημά του, κατά την αγοραία αξία τους, εφόσον η συνολική αυτή αξία υπερβαίνει το ποσό των 300 ευρώ ανά φορολογικό έτος. Περαιτέρω, ανεξαρτήτως ποσού, θεωρούνται παροχές σε είδος η αγοραία αξία της παραχώρησης ενός οχήματος σε εργαζόμενο ή εταίρο ή μέτοχο, η χορήγηση δανείου, η αγοραία αξία των παροχών σε είδος με την μορφή δικαιωμάτων προαίρεσης απόκτησης μετοχών, καθώς και η αγοραία αξία της παραχώρησης κατοικίας. Η χρηματική αξία των ανωτέρω προσδιορίζεται με τρόπο που επαρκώς περιγράφεται, τόσο στις ανωτέρω διατάξεις του Κώδικα, αλλά και στις οδηγίες που δόθηκαν από την Φορολογική Διοίκηση (Πολ. 1219/2014).

 

Στη συνέχεια, βάσει του άρθρου 60 «το μηνιαίο εισόδημα από μισθωτή εργασία και συντάξεις, συμπεριλαμβανομένων των παροχών σε είδος, των ημερομισθίων και των εφάπαξ παροχών, υπόκειται σε παρακράτηση φόρου με βάση την κλίμακα της παρ. 1 του άρθρου 15 και του άρθρου 16 μετά από προηγούμενη αναγωγή του σε ετήσιο» (σ.σ.: δηλαδή με την κλίμακα υπολογισμού του φόρου από μισθωτή εργασία και συντάξεις, λαμβανομένης υπόψη και της μείωσης του άρθρου 16). Συνεπώς, θα πρέπει να γίνεται παρακράτηση φόρου όχι μόνο στα πραγματικά ποσά της μισθοδοσίας ενός εργαζόμενου, αλλά και στα ποσά που θα προσδιορίζονται ως παροχές σε είδος προς αυτόν, εφόσον φυσικά υπάρχουν τέτοιες παροχές.

 

Ωστόσο, η προφανής δυσκολία αυτής της παρακράτησης, ανάγκασε την διοίκηση, από την πρώτη εφαρμογή των διατάξεων του νέου ΚΦΕ (1/1/2014), να αναστείλει την διαδικασία υπολογισμού παρακρατούμενου φόρου για το φορολογικό έτος 2014, στις περιπτώσεις που έχουμε τέτοιο εισόδημα και μόνο για αυτό (Πολ. 1049/2014).

 

Κατά την ίδια έννοια και στην Πολ. 1072/31-3-2015, με την οποία παρέχονται οδηγίες εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 60, για την παρακράτηση φόρου στο εισόδημα από μισθωτή εργασία, για το τρέχον φορολογικό έτος, αναφέρεται ότι, επειδή η αποτίμηση των παροχών σε είδος είναι δυσχερής έως και αδύνατη κατά τη στιγμή της χορήγησής τους, γίνεται δεκτό ότι δεν θα διενεργείται παρακράτηση φόρου επί των παροχών αυτών.  Αυτό περαιτέρω σημαίνει ότι ο οφειλόμενος φόρος θα υπολογίζεται κατά την εκκαθάριση των εισοδημάτων που δηλώνονται από τον υπόχρεο, δεδομένου ότι η αξία τους (εφόσον αυτές φορολογούνται) προσαυξάνει το εισόδημά του από μισθωτή εργασία.

 

Συνεπώς, η δυσχέρεια προσδιορισμού του θεωρητικού αυτού εισοδήματος που προκύπτει από τις παροχές σε είδος και η συνεπαγόμενη δυσκολία να υπολογιστεί παρακράτηση φόρου, θα έχει ως αποτέλεσμα την πρόσθετη φορολογική επιβάρυνση κατά την έκδοση της πράξης προσδιορισμού του φόρου (εκκαθαριστικό). Αν, παρόλα αυτά, σε κάποιες περιπτώσεις, η επιχείρηση (εκκαθαριστής μισθοδοσίας)  έχει ήδη διενεργήσει παρακράτηση φόρου επί των παροχών αυτών, ο φόρος αυτός θα συμψηφισθεί κατά την ως άνω εκκαθάριση του εισοδήματος. Κατά την γνώμη μας, η δυσχέρεια αυτή είναι πολύ δύσκολο να ξεπεραστεί, δεδομένου ότι ο προσδιορισμός του «εισοδήματος» που έχει ως αιτία τις παροχές σε είδος, μπορεί να γίνει μόνο απολογιστικά (τουλάχιστον, στις περισσότερες των περιπτώσεων).

 

Παράδειγμα, ενώ φαίνεται να είναι σχετικά εφικτός ο προσδιορισμός ενός εισοδήματος που προκύπτει από την παραχώρηση κατοικίας, είναι πολύ δύσκολο να υπολογιστεί, κατά την διάρκεια του έτους, η αγοραία αξία της παραχώρησης οχήματος, όπως ορίζεται στην παρ. 2 του άρθρου 13. Στην μεν πρώτη περίπτωση έχουμε κάτι σταθερό, δηλαδή το ενοίκιο που καταβάλλει η επιχείρηση για τον εργαζόμενό της, ή τον μέτοχο κ.λπ., ή αν πρόκειται για ιδιόκτητη κατοικία, το 3% επί της αντικειμενικής της αξίας, ενώ στην δεύτερη περίπτωση το «εισόδημα» είναι υπό συνεχή διαμόρφωση και εξαρτάται από την εξέλιξη των εξόδων του οχήματος.

 

Πάντως, διευκρινίζεται ότι είναι διαφορετική η περίπτωση όταν έχουμε  καθαρές αμοιβές για υπερωριακή εργασία, επιχορηγήσεις, επιδόματα, καθώς και κάθε άλλου είδους, πρόσθετες αμοιβές ή εφάπαξ παροχές, οι οποίες δεν συμπεριλαμβάνονται στις τακτικές αποδοχές. Εδώ, πρόκειται για πραγματικά εισοδήματα και ο παρακρατούμενος φόρος θα υπολογίζεται με συντελεστή 20% στο καταβαλλόμενο ποσό των ανωτέρω αμοιβών (παρ. 5, άρθρου 60 του ΚΦΕ).

 

Νίκος Σγουρινάκης

 

Λογιστής Φοροτεχνικός

 

epixeirisi.gr πηγη