Συνταξιούχος και αγρότης ειδικού καθεστώτος

Συνταξιούχος και αγρότης ειδικού καθεστώτος

18 Αυγούστου 2017 Κλείσιμο Από Alexandros

Συνταξιούχος δημόσιος υπάλληλος είναι εγγεγραμμένος στο taxis net στο ειδικό καθεστώς ΦΠΑ. Δεν εκδίδει κάποιο παραστατικό πώλησης, δεν πωλεί και παράγει το λάδι για τον εαυτό του. Λαμβάνει μόνο επιδοτήσεις. Για το έτος 2016 ποιες φορολογικές και ασφαλιστικές υποχρεώσεις έχει; Το γεγονός ότι είναι αγρότης ειδικού καθεστώτος και είναι και συνταξιούχος δημοσίου προκαλεί κάποιο θέμα ασφάλισης με τον ΕΦΚΑ; Για το γεγονός ότι δεν πωλεί και δεν λαμβάνει έσοδα, εκτός από τις επιδοτήσεις, μπορεί να δικαιολογηθεί χωρίς να προκαλέσει πρόβλημα σε έλεγχο; Η αμοιβή σε είδος του ελαιοτριβείου θεωρείται έσοδο;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ:

Σύμφωνα με το άρθρο 20 «Απασχόληση συνταξιούχων», του ασφαλιστικού νόμου Ν 4387/2016, στους συνταξιούχους του Δημοσίου, καθώς και όλων των φορέων, ταμείων, κλάδων ή λογαριασμών που εντάσσονται στον Ε.Φ.Κ.Α., (συνεπώς, και του ΟΓΑ, άρθρο 53 του νόμου), οι οποίοι αναλαμβάνουν εργασία ή αποκτούν ιδιότητα ή δραστηριότητα που υποχρεωτικώς υπάγεται στην ασφάλιση του Ε.Φ.Κ.Α., (συνεπώς και της αγροτικής επιχειρηματικής δραστηριότητας), οι ακαθάριστες συντάξεις κύριες και επικουρικές καταβάλλονται μειωμένες σε ποσοστό 60%, για όσο χρόνο οι συνταξιούχοι αυτοί απασχολούνται ή διατηρούν την ιδιότητα ή την δραστηριότητα, σε οποιαδήποτε μορφή της.

Ωστόσο, η παραπάνω διάταξη έχει εφαρμογή για όσους θα αναλάβουν εργασία ή θα αυτοαπασχοληθούν, γενικά, από την έναρξη ισχύος του νόμου 4387/2016 και εντεύθεν.  Άρα, η συγκεκριμένη περικοπή καταλαμβάνει, σε κάθε περίπτωση, όσους αγρότες συνταξιοδοτηθούν από το 1/1/2017 και μετά και όχι όσους έχουν συνταξιοδοτηθεί μέχρι 31/12/2016.

Εκτός αυτού, υποχρέωση ασφάλισης στον ΕΦΚΑ υφίσταται μόνο για όσους θεωρούνται κατ’ επάγγελμα αγρότες (σύμφωνα με τον κανονισμό του ΟΓΑ)[1]. Επομένως, στην προκειμένη περίπτωση ο συνταξιούχος δεν θα υποστεί περικοπή της σύνταξής του (βλ. ανωτέρω) εφόσον, ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής στο ειδικό καθεστώς ΦΠΑ (χρόνος έναρξης της αγροτικής επιχειρηματικής δραστηριότητας), δεν αποκτά έσοδα από την αγροτική του δραστηριότητα. Κατ’ επέκταση, λόγω της μη ασφάλισής του στον ΕΦΚΑ, δε θα υποχρεωθεί και στην καταβολή πρόσθετων εισφορών. Τέλος, είναι σημαντικό να επισημάνουμε ότι η κατανάλωση της παραγωγής του αγροτικού προϊόντος από τον παραγωγό είναι θέμα πραγματικό που υπόκειται σε έλεγχο από την αρμόδια φορολογική αρχή.

Το ως άνω ζήτημα θα αξιολογηθεί προφανώς από τον όγκο της παραγόμενης ποσότητας σε συνδυασμό με την μεταβολή της περιουσιακής κατάστασης του φορολογούμενου (έμμεσες τεχνικές ελέγχου[2]), καθώς και από το γεγονός ότι πρόθεσή του είναι η επίτευξη κέρδους από την αγροτική του δραστηριότητα.

Σε ότι αφορά την αμοιβή σε είδος του ελαιοτριβείου, σημειώνουμε τα παρακάτω, τα οποία συνιστούν και θέση της διοίκησης. Εφόσον η οντότητα-εκμεταλλευτής ελαιοτριβείου εισπράττει, από τους αγρότες-παραγωγούς, είτε του ειδικού είτε του κανονικού καθεστώτος ΦΠΑ (στην προκειμένη περίπτωση του ερωτήματος, από αγρότη του ειδικού καθεστώτος), την αμοιβή του σε είδος (ποσοστό επί του παραχθέντος ελαιόλαδου) για την παροχή υπηρεσιών προς αυτούς, θεωρείται ότι προβαίνει σε ανταλλαγή υπηρεσιών με αγαθά. Συγκεκριμένα προσφέρει υπηρεσίες στον αγρότη, για την αμοιβή των οποίων υποχρεούται στην έκδοση τιμολογίου, ενώ ταυτοχρόνως θεωρείται και αγοραστής, για την λαμβανόμενη, ως αμοιβή από αυτόν, ποσότητα αγροτικού προϊόντος.

Υπενθυμίζεται ότι, με βάση τις διατάξεις του άρθρου 39 του Ν 4308/2014 (ΕΛΠ) οι αγρότες του ειδικού καθεστώτος ΦΠΑ δεν υπόκεινται στις ρυθμίσεις αυτού του νόμου, δηλαδή δεν υποχρεούνται σε τήρηση λογιστικών αρχείων και έκδοση παραστατικών πωλήσεων (τιμολόγια, στοιχεία λιανικών συναλλαγών). Κατά συνέπεια, οι αγρότες του ειδικού καθεστώτος, όταν συναλλάσσονται με οντότητες που υπόκεινται στις ρυθμίσεις των ΕΛΠ όπως είναι οι εκμεταλλευτές ελαιοτριβείων, τόσο για τις πωλήσεις όσο και για τις αγορές αγαθών, ή τις λήψεις των υπηρεσιών τους, τα παραστατικά πωλήσεων εκδίδονται από τον αντισυμβαλλόμενο. Συνεπώς, η αμοιβή σε είδος του ελαιοτριβείου είναι ταυτοχρόνως και έσοδο και έξοδο.  Άρα, σύμφωνα με τα παραπάνω, ο εκμεταλλευτής ελαιοτριβείου για τις υπηρεσίες που παρέχει και αμείβεται σε είδος (ποσοστό επί του παραχθέντος ελαιόλαδου) υποχρεούται σε έκδοση τιμολογίου προς τους αγρότες του ειδικού καθεστώτος ΦΠΑ (μη υπόχρεοι σε έκδοση παραστατικού πώλησης). Ακολούθως, για την ποσότητα αγροτικού προϊόντος που λαμβάνει για την αμοιβή του εκδίδει παραστατικό πώλησης (π.χ. τίτλο κτήσης, τιμολόγιο αγοράς) της παρ. 10 του άρθρου 8 των ΕΛΠ, το οποίο μπορεί να συνενώνεται με το παραστατικό πώλησης που αφορά την προαναφερόμενη παροχή υπηρεσίας, με την προϋπόθεση ότι στο συνενωμένο παραστατικό θα είναι διαθέσιμες όλες οι ενδείξεις και πληροφορίες που αφορούν τις προαναφερόμενες συναλλαγές διακριτά (δείτε και την Πολ. 1003/2014).


[1] Όπως ορίζεται στην κείμενη νομοθεσία (άρθρο 2 παρ. 1 του Ν 3874/2010 όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 65 του Ν 4389/2016), για να θεωρηθεί ένα πρόσωπο κατ’ επάγγελμα αγρότης θα πρέπει να:

α) Είναι κάτοχος αγροτικής εκμετάλλευσης.

β) Ασχολείται επαγγελματικά με αγροτική δραστηριότητα στην εκμετάλλευσή του τουλάχιστον κατά 30% του συνολικού ετήσιου χρόνου εργασίας του.

γ) Λαμβάνει από την απασχόλησή του σε αγροτική δραστηριότητα το 50% τουλάχιστον του συνολικού ετήσιου εισοδήματός του

δ) Είναι ασφαλισμένος ο ίδιος και η αγροτική του εκμετάλλευση, όπου απαιτείται, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία.

ε) Τηρεί λογιστικά βιβλία, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία (βλέπε ως άνω το Έγγραφο της ΑΑΔΕ Αριθ. Πρωτ.: ΔΕΑΦ 1000637 ΕΞ 2017).

 

 

[2] Άρθρο 28 του ΚΦΕ, Πολ. 1171/2013 & 1259/2014

πηγη